15/4/12

Ο δράκος


Το χαρτονένιο στυλό του δράκου Συμεών έγραφε, έγραφε, έγραφε...χωρίς σκοπό μα και χωρίς σταματημό. Δεν είχε πολύ κέφι αυτή τη νύχτα, που η δροσιά απλωνόταν σε κάθε γωνιά της αυλής και της πόλης του αλλοπρόσαλλου αυτού μέρους. Θέλησε να τραβηχτεί. Να τρίξουν όλα τα κόκκαλά του, από τα νύχια ως το σβέρκο. Κρακ!... Μόνο αυτό μπορούσε να κάνει στη μικρή σπηλιά του, στο λιλιπούτειο διαμέρισμά του. Η ουρά του κουλουριασμένη ως τη γωνία. Τα φτερά του μαζεμένα ελαφρώς πιασμένα. Έστριψε τσιγάρο σε δυόμισι δεύτερα και το άναψε σε ενάμισι, μην πάει και σταματήσει την ιστορία του, το γράψιμό του. Κάτι μέσα του μαζεύτηκε σε μια μπάλα και πάγωσε σαν κρύο μέταλλο. Δεν του άρεσαν τα λάθη. Δεν έχει σημασία τι θα έφτιαχνε, απλά δε σήκωνε λάθη. 

Η ώρα χτύπησε στον τοίχο αργά και μισή, και οι κοιλάδες και τα χωριά στα γραφτά του ακόμα ξεδιπλώνονταν, όμορφα, χρωματιστά και γαλήνια. Εικόνες μιας περασμένης εποχής, που σαν φαναράκι πού και πού έρχονταν κι έφεγγαν μέσα στα δωμάτια του μυαλού του. Κοιλάδες, γεφύρια...και πολλά κυπαρίσσια. Κι άλλα δέντρα, που το όνομά τους είχε πια ξεχαστεί. Ποιος ήξερε πια τη διαφορά μιας λεύκας από ένα πλατάνι, ενός ευκάλυπτου από μια φτελιά; Μιας καρυδιάς από μια σκαμνιά; Μιας μυρτιάς από ένα περνάρι; Μόνο εικόνες μαγευτικές, σχεδόν εξωτικές, σαν από άλλο ημισφαίριο. Δέντρα και δέντρα, σύννεφα και αέρας...Τα φτερά των δικών του τότε έτριζαν σαν σκοινιά αερόστατου, τα πόδια τους δροσίζονταν σαν πάπιες σε καταρράκτη. Εικόνες πάνω από κοπάδια λευκά, από σπιτάκια, από λόφους και βράχους. Μιας φανταστικής ευδαιμονίας. Μιας φανταστικής ζωής. Μιας ξεχασμένης, αλλοτινής, διαφορετικής αγωνίας. 
Αχ...Τα δωμάτια του μυαλού του, γιατί να είναι τόσο απέραντα...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου