26/12/10

Προσευχή

Την ώρα που η μεγάλη άρκτος
ξεπροβάλλει μέσα από τα σύννεφα
σκέφτομαι να τη φουντάρω τελικά από το μπαλκόνι
στη μικρή αυτή πόλη ή μεγάλο χωριό
ή σκόρπια σπίτια - πέστο όπως θες
ύστερα από όλες τις τρύπες που κατοίκησα τόσα χρόνια.
Ενώ ποτέ μου δεν έψαξα τα αστέρια
το φωτεινό σχήμα ερωτηματικού
απόψε με άγγιξε.
Είδα λοιπόν ένα κομμάτι βαθύ ουρανό,
αστέρια ψυχραμένα,
αδιάφορα
να με κοιτούν, δεν είδα όμως
εσένα, τρεμάμενο άστρο του μυαλού μου
που ηχείς σαν φωνή θολωμένη πίσω από το βουνό,
που σε ακολουθώ πάλι
κι αυτό το ήρεμο βράδυ που
ακούγεται ο γρύλλος και
δε θα τη φουντάρω τελικά
που θα με σώσεις
που θα φανταστώ πάλι τη σφαίρα στο κεφάλι μου
και φωτιά στις δίπλα πλαγιές
που η καταστροφή θα μείνει μια σκέψη μετέωρη
σαν προσευχή,
όπως όταν πηγαίναμε στο δημοτικό μικροί,
θυμάσαι; (αλίμονο, θυμάσαι)
που θα με συντροφέψει στο σκοτάδι γλυκά
σαν κρυφές τελευταίες λέξεις,
σαν τραγουδάκι σιγανό, γλυκό στο προσκεφάλι
σαν λόγια απαλά, ζεστά ψιθυριστά ειπωμένα
λίγο πριν έρθει τελικά
κι αυτό το βράδυ ο ύπνος.

2 σχόλια:

  1. Ο Άλιοθ απ'την ουρά της Αρκούδας χλευάζει κι η Ταλιθά ανάπαυση τάζει, καθώς θυμάμαι απειλές να σκορπάς,
    "χωλαίνοντας πάντα ζωές θα περνάς"

    (Γαμμημένα αστέρια...Τέτοιες μαλακίες μου ψιθυρίζουν εμένα...)

    ΑπάντησηΔιαγραφή